Για το Καλό μας…


Μερικές σκέψεις για την Αυτοδιοικητική Μεταρρύθμιση

Του Αντώνη Σκούρα

Έχει σηκωθεί πολύς κουρνιαχτός σχετικά με αυτό που επίσημα ονομάζεται Διοικητική Αναδιάρθρωση της χώρας, η Κυβέρνηση το βάφτισε (ανιστόρητα) Καποδίστριας 2 και στα καφενεία το λέμε «νέες συνενώσεις».

Θα ήθελα από την αρχή να ξεκαθαρίσω ότι ήμουν από τους ανθρώπους όπου -και ως Δημοτικός Σύμβουλος- είχα ταχθεί υπέρ των αναγκαστικών συνενώσεων πριν 11 χρόνια, κι αυτό το σημειώνω για να μη καταταχθώ στους μονίμους γκρινιάρηδες και οιονεί αρνητές των πάντων. Με αυτό το κείμενο θα προσπαθήσω να κάνω μια τοποθέτηση επί της αρχής (γιατί το μόνο που έχουμε στα χέρια μας αυτή τη στιγμή είναι δημοσιογραφικές διαρροές και κυβερνητικές προθέσεις)

Δυστυχώς όμως (φευ) η πραγματικότητα είναι πεισματάρικη και επιμένει να υπάρχει παρ’ όλα τα θεωρητικά σχήματα που αναπτύσσουμε. Για αυτό το λόγο, είμαι της άποψης ότι, πριν προχωρήσουμε σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση -αναδιάρθρωση ή όπως διάολο θέλουν να το πουν, θα πρέπει να κάνουμε μια κριτική αποτίμηση του παρελθόντος και τις προηγούμενης προσπάθειας, του Καποδίστρια 1. Να δούμε τι στόχους έβαζε, ποιους πέτυχε, και αν κάποιους δεν τους πέτυχε, ποια είναι τα αιτία της αποτυχίας.

Να κοιτάξουμε τη πραγματικότητα κατάφατσα δηλαδή.

Ιστορική αναδρομή

Πριν 10 χρόνια λοιπόν οι αναγκαστικές συνενώσεις ήρθαν να τακτοποιήσουν μια σειρά από κακοδαιμονίες που κατέτρωγαν την τοπική αυτοδιοίκηση -από τη μία- όσο και να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τις «προκλήσεις της νέας εποχής» -και άλλα τέτοια βαρύγδουπα- από την άλλη.

Κωδικοποιώντας εκείνους τους στόχους και την επιχειρηματολογία όπως αναπτύχθηκαν, παραθέτω εν τάχη:

θα παρέχονταν περισσότερες υπηρεσίες προς τους πολίτες μέσω της ορθότερης οργάνωσης των Δήμων και της ορθολογικής αναδιάρθρωσης του προσωπικού.

οι Δήμοι θα είχαν την δυνατότητα να σχεδιάσουν, να οργανώσουν και να εκτελούν έργα, που πριν δεν μπορούσαν γιατί δεν είχαν στη διάθεσή τους ούτε τα χρήματα ούτε το κατάλληλο προσωπικό.

Οι Δήμαρχοι θα σταματούσαν να είναι ζήτουλες των Βουλευτών και των Υπουργών γιατί θα είχαν οικονομική αυτονομία και δεν θα τους είχαν ανάγκη.

οι Δήμοι θα μπορούσαν να συνδιαλέγονται κατευθείαν με την Ευρωπαϊκή Ένωση ώστε να απορροφούν κονδύλια που χάνονταν και ήταν κρίμα απ’ το θεό να μας δίνουν λεφτά και εμείς να μη τα τρώμε.

Τόσο η οργάνωση των δήμων και των υπηρεσιών, όσο και η καταλληλότερη πολιτική εκπροσώπηση, θα σταματούσε τη κακοδιαχείριση, τις ρεμούλες και τη διαφθορά στους δήμους.

Απόρροια όλων των παραπάνω θα ήταν η ενδυνάμωση της υπαίθρου και η αναζωογόνηση των μικρών χωριών.

Ποιος από τους παραπάνω στόχους έχει πραγματοποιηθεί; Ας κοιτάξει ο καθένας μας γύρο του και ας βγάλει τα συμπεράσματά του.

Οι a priori υποστηρικτές της σημερινής μεταρρύθμισης χρησιμοποιούν τα ίδια επιχειρήματα με αυτά του ‘98 χωρίς να δίνουν μια πειστική εξήγηση γιατί δεν πέτυχε. Και είναι σίγουρο πως δεν πέτυχε, ακριβώς γιατί, μετά από δέκα και πλέον χρόνια έρχονται να λύσουν τα ίδια προβλήματα που υποτίθεται θα έλυνε ο πρώτος Καποδίστριας.

Γιατί δε τα έλυσε;

Η μόνη απάντηση είναι ότι εκείνες οι συνενώσεις αποδείχθηκαν εξαιρετικά μικρές. Ας τον μεγαλώσουμε λοιπόν και ας βάλουμε στη κουβέντα μερικά πρόσθετα στοιχεία που δεν υπήρχαν στον Καποδίστρια 1.

Κάποιες σκέψεις

Τότε οι δήμοι συνενώθηκαν έχοντας ως βασικό κορμό, την έτσι κι αλλιώς φυσική πρωτεύουσα της περιοχής. Ο κάτοικος από τα Καμάρια αναγνώριζε ως φυσική πρωτεύουσα την Ιστιαία. Εκεί πήγαινε να συνδιαλλαγεί με τις υπηρεσίες, εκεί να ψωνίσει, εκεί να πουλήσει τα προϊόντα του, εκεί να στείλει το παιδί του στο γυμνάσιο, εκεί ήταν ο γιατρός του. Τώρα ποια θα είναι η φυσική πρωτεύουσα; Οι κάτοικοι της Λίμνης και του Μαντουδίου, της Αιδηψού και της Ιστιαίας αντί να ομογενοποιηθούν και να θέσουν κοινούς στόχους θα βρίσκονται σε μία συνεχή αντιπαλότητα με απρόβλεπτα αποτελέσματα.

Όσοι πολίτες και εκπρόσωποι θα προσπαθήσουν να απλώσουν τις φτερούγες τους πάνω από αυτή την αντιπαράθεση των τοπικών κοινωνιών και να αναγνωρίσουν δικαίωμα και στους «άλλους» θα θεωρηθούν προδότες, πράκτορες του εχθρού και έμμισθα όργανα σκοτεινών κέντρων.

Όσοι θα τονίζουν τα τοπικά χαρακτηριστικά τους, όσοι θα ουρλιάζουν και θα εκβιάζουν. Θα είναι μάγκες, πατριώτες και πετυχημένοι.

Ποιόν από τους δυο δρόμους νομίζεται ότι θα ακολουθήσουν οι εκπρόσωποί μας;

Ένα δεύτερο στοιχείο (που βρίσκετε σε άμεση συνάρτηση με το προηγούμενο) είναι η επιλογή της έδρας του Δήμου. Όσο κι αν φαίνετε λαϊκίστικο (αφού οι υπηρεσίες θα λειτουργούν, δεν έχει σημασία που θα βρίσκεται ο Δήμαρχος) υπάρχουν πραγματικοί λόγοι που υπερσκελίζουν τον προφανή ψυχολογικό παράγοντα.

Οι πολίτες έχουν ανάγκη να κρίνουν και να ελέγχουν την τοπική εξουσία. Όταν ένας Δήμαρχος κάνει μια βόλτα, εισέρχεται ή εξέρχεται του Δημαρχιακού μεγάρου, ο οποιοσδήποτε μπορεί να του επισημάνει κάποιο πρόβλημα να του υποδείξει λύσεις, να του υπενθυμίσει δεσμεύσεις, να τον κριτικάρει για ολιγωρία. Όσο ποιο μακριά βρίσκετε η έδρα της εξουσίας από τους πολίτες τόσο μεγαλώνει το χάσμα μεταξύ τους, βρίσκονται απέναντι απ’ αυτή, και η κριτική μετατρέπεται σε δυσφορία και (γιατί όχι –έχουν αλλάξει οι εποχές-) σε οργή.

Απέναντι σ’ αυτό, κάποιοι απαντούν με μια κουτοπονηριά. Η έδρα του Δήμου θα είναι ουδέτερη. Στο κέντρο. Δε θα έχει σχέση με τις αντιμαχόμενες δυνάμεις, .Άρα όλοι θα είναι ευχαριστημένοι… Κι αν δεν είναι; κι αν είναι όλοι δυσαρεστημένοι; Γιατί σ’ αυτή τη νέα έδρα θα πρέπει να κατασκευαστούν νέες υποδομές. Από Δημαρχείο και αίθουσα Δημοτικού Συμβουλίου ως πάρκινγκ και νέο οδικό δίκτυο για να μπορέσει να υποστηρίξει τις νέες υπηρεσίες και τον κόσμο που θα επισκέπτεται το χώρο. Μόνο τη μετακίνηση του Δημάρχου και τον υπαλλήλων να βάλουμε από οικονομικής ή περιβαλλοντικής πλευράς το ισοζύγιο είναι επιβαρυντικό.

Το τρίτο ζήτημα αφορά την εκπροσώπηση. Έως τώρα όλοι, λίγο- πολύ γνωριζόμασταν, με τα καλά μας και τα στραβά μας, με τα γλέντια μας και τους καβγάδες μας. Κάποιοι από εμάς έχουν την τάση να τυγχάνουν γενικότερης εμπιστοσύνης και την ικανότητα να συνθέτουν. Εμείς τους το αναγνωρίζαμε αυτό και εισέρχονταν στο γραφείο του Δημάρχου με βασικό κριτήριο όχι πάντα το κομματικό τους διαβατήριο. Όταν η επαφή με τον υποψήφιο Δήμαρχο πλέον θα είναι μόνο κατά την προεκλογική περίοδο, το κριτήριο της επιλογής μας θα είναι αυστηρά κομματικό. Και πολλές φορές ικανοί άνθρωποι δεν θα βρίσκονται ούτε καν στα Δημοτικά Συμβούλια γιατί πιθανόν δεν θα έχουν ένα κομματικό μηχανισμό από πίσω ή ακόμη- ακόμη γιατί θέλουμε να τιμωρήσουμε το κόμμα που εκπροσωπούν.

Και συνεχίζοντας το θέμα της εκπροσώπησης θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι με το νέο καθεστώς ελάχιστη τύχη θα έχουν τοπικά κινήματα ή ομάδες ανθρώπων που δεν θα προσκολληθούν σε κάποιο κομματικό όχημα να εκφραστούν στο Δημοτικό Συμβούλιο.

Το χειρότερο όλων όμως είναι, ότι θα δημιουργήσουμε μια ομάδα επαγγελματιών πολιτικών (στα πρότυπα των Βουλευτών), που θα έχουν ως επάγγελμα του Δημάρχου ή του Αντιδημάρχου ή του Δημοτικού Συμβούλου. Θα φορέσουμε δηλαδή κολάρο μια γραφειοκρατική ελίτ που θα αναπαράγει τον εαυτό της διαγράφοντας κάθε έννοια της τοπικής αυτοδιοίκησης, που στον πυρήνα της σκέψης της λέει ότι οι κάτοικοι ενός τόπου ιεραρχούν τα προβλήματα και αποφασίζουν για τη καθημερινότητά τους. Μεταφέροντας τις αρμοδιότητες αυτές σε επαγγελματίες του είδους, που αν κρίνουμε από το πώς τα κατάφεραν στη χώρα δεν έχουμε και πολλές ελπίδες…

Γιατί;

Κι εδώ μπαίνει ένα αφελές αλλά σημαντικό ερώτημα. Και επειδή ακριβώς είναι αφελές είναι σημαντικό. Δε τα γνωρίζουν όλα αυτά αυτοί που προωθούν αυτές τις μεταρρυθμίσεις; Γιατί τα κάνουν; Μπορεί να είναι ανίκανοι, αλλά όχι κακοί και γεμάτοι μίσος.

Προσωπικά δε πιστεύω ούτε ότι είναι ανίκανοι ούτε ότι είναι γεμάτοι μίσος. (αν και για κάποιους από αυτούς τρέφω αμφιβολίες).

Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με τη διαχείριση του Δ΄ ΚΠΣ. Οι σημερινοί Δήμοι με την οργάνωση που έχουν, δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν τα χρήματα. Γι αυτό και στην αρχή σκέφτηκαν να δημιουργήσουν τη ΔΗΜΟΣ ΑΕ. Μία εταιρία που θα είχε μέτοχους όλους τους Δήμους και θα ήταν αυτή που θα διαχειριζόταν και θα μοίραζε τα κονδύλια. Όμως, όπως είναι ήδη γνωστό, στις Ανώνυμες Εταιρίες οι μεγαλομέτοχοι παίρνουν τη μερίδα του λέοντος και οι μικρομέτοχοι να μη πω τι παίρνουν. Κι έτσι η ιδέα εγκαταλείφθηκε όχι τόσο γιατί τους έπιασε ο πόνος για τους μικρούς Δήμους όσο ότι από αυτά τα λεφτά μπορούν να μπουκωθούν περισσότεροι εργολάβοι και όχι ένας δύο μόνο. Πράγμα που καθιστά ανασφαλή την παραμονή τους στην εξουσία αφού αν κάποιον δεν τον μπουκώσεις μπορεί και να φωνάξει και τότε γίνετε ενοχλητικός. Άσε που μέρος αυτών των χρημάτων θα χρησιμοποιηθεί ως στήριξη στην προεκλογική εκστρατεία διάφορων σωτήρων του Έθνους μας. Με αποτέλεσμα να μην είναι αποτελεσματική η ανακύκλωση των κονδυλίων και τι ψυχή θα παραδώσουμε μιας και ζούμε και σε μέρες πράσινης ανάπτυξης και την ανακύκλωση την έχουμε κορώνα στο κεφάλι μας.

Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με αυτό. Ο δεύτερος έχει να κάνει με το γενικότερο σχεδιασμό του κράτους και τη μεταφορά (ασύμφορων) αρμοδιοτήτων στους Δήμους. Παρακολουθήσαμε στη προηγούμενη μεταρρύθμιση τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων των παιδικών σταθμών από το κράτος στους Δήμους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο μεν κρατικός προϋπολογισμός να ελαφρυνθεί κατά 8/10 σ’ αυτό το τομέα, αλλά οι Δήμοι είτε να αναγκαστούν να επιβάλουν πρόσθετη φορολογία στους πολίτες για να αντεπεξέλθουν στο πρόσθετο βάρος είτε να ρίξουν στις πλάτες των γονιών αυτό το βάρος. Ε. λοιπόν… αυτό το μοντέλο θα γενικευθεί σε όλες τις βαθμίδες τις εκπαίδευσης. Ουσιαστικά δηλαδή (με το πρόσχημα της αποκέντρωσης και του αυτοδιοίκητου) οι πολίτες θα πληρώνουν επιπρόσθετη φορολογία για πράγματα που έτσι κι αλλιώς τα έχουν πληρώσει. Δημιουργώντας παράλληλα σχολεία με αυξημένα δίδακτρα για τους πλούσιους και με ελάχιστα για εμάς τους πτωχούς και τους μετανάστες. Έτσι θα αποδειχθεί για ακόμη μια φορά περίτρανα ότι οι πλούσιοι είναι και έξυπνοι γι αυτό και τα παιδιά τους θα εισάγονται στα καλύτερα πανεπιστήμια. Κι όποιος πει ότι η εκπαίδευση γίνεται περισσότερο ταξική και αποκλείει μεγάλες ομάδες του πληθυσμού από τη πρόσβαση στη γνώση, πάσχει από ιδεοληψίες που δεν ανταποκρίνονται στο σύγχρονο διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον, που επιβάλει τομές και συγκρούσεις με το παρελθόν και με τις κατεστημένες αντιλήψεις.

Το ίδιο μοτίβο επιλέγεται να μεταφερθεί σε όλους τους τομείς κοινωνικών υπηρεσιών όπως η πρωτοβάθμια υγεία η προστασία ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων κ.α.

Όχι δεν είμαι μάντης, ούτε κακοπροαίρετος. Δε διαβάζω τη σκέψη κανενός. Διαβάστε προσεκτικότερα τις διαρροές στις εφημερίδες και τα προγράμματα των δύο μεγάλων κομμάτων τη τελευταία 10ετία και θα καταλάβετε.

Και μια ευρωπαϊκή νότα

Το πιο αποκρουστικό και ψευδές επιχείρημα για την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων έχει να κάνει με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι πηγή όλων των δεινών, εκτός αν αυτά που λέει μας συμφέρουν, όποτε είμαστε λαός με ευρωπαϊκή προοπτική.

Ουδέποτε η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε- και ούτε μπορεί να επιβάλει -τη διοικητική οργάνωση ενός κράτους- μέλους. Εξάλλου η διοικητική οργάνωση στην Ευρώπη δεν είναι παντού ίδια. Και δε μιλάμε για χώρες που δεν τις έχουμε σε υπόληψη, τίποτα Βουλγαρίες και Ουγγαρίες, αλλά για χώρες που βρίσκονται στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ. Π.χ. υπάρχουν χώρες όπου οι Δήμαρχοι διορίζονται (όπως το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία και χώρες όπου διατηρούν το θεσμό των κοινοτήτων (Ιταλία, Γαλλία)

Το μοντέλο των μεγάλων Δήμων είναι ουσιαστικά αντιγραφή από της χώρες του βορρά όπου η σύνθεση του πληθυσμού, οι γεωγραφικές συνθήκες, η οικονομική δραστηριότητα και ο τρόπος που συγκροτήθηκαν ως κρατικές οντότητες παρουσιάζουν διαφορές. Εξάλλου ας μου βρει ένας χωριά σα τη Γουργουβίτσα ή το Ρετσινόλακκο στη Δανία και ας έρθει να κουβεντιάσουμε μετά.

Και στο κάτω -κάτω της γραφής οι ευρωπαίοι κοιμούνται με τις κότες και τρώνε τα αλόγατά τους, πρέπει να τους ακολουθήσουμε και εμείς;


Πηγή: Β. Εύβοια (έντυπη μορφή), φύλλλο 120, Δεκέμβριος 2009, σ.6